Η ιστορία της Εργατικής Πρωτομαγιάς

Πρωτομαγιά η εξέγερση στο Σικάγο – Η Εργατική Πρωτομαγιά στην Ελλάδα

Η Πρωτομαγιά, ως εργατική γιορτή, καθιερώθηκε στις 20 Ιουλίου 1889, κατά τη διάρκεια του ιδρυτικού συνεδρίου της Δεύτερης Διεθνούς (Σοσιαλιστικής Διεθνούς) στο Παρίσι, σε ανάμνηση του ξεσηκωμού των εργατών του Σικάγου την 1η Μαΐου 1886, που διεκδικούσαν το οκτάωρο και καλύτερες συνθήκες εργασίας. Κατέληξε σε αιματοχυσία λίγες ημέρες αργότερα, με την επέμβαση της Αστυνομίας και των μπράβων της εργοδοσίας.

Τα εργατικά συνδικάτα των ΗΠΑ αποφάσισαν την έναρξη απεργιακών κινητοποιήσεων την 1η Μαΐου 1886 για το οκτάωρο, ωθούμενα από τις επιτυχημένες διεκδικήσεις των Καναδών συντρόφων τους το 1872. Την περίοδο εκείνη το κανονιστικό πλαίσιο εργασίας στις ΗΠΑ ήταν σχεδόν ανύπαρκτο και οι εργοδότες μπορούσαν να απασχολούν το προσωπικό τους κατά το δοκούν, ακόμη και τις Κυριακές.

Δύο χρόνια νωρίτερα, το 1884, πάρθηκε στο Συνέδριο της Αμερικανικής Ομοσπονδίας Εργασίας η απόφαση να γίνουν την πρώτη Μαΐου του 1886 απεργιακές κινητοποιήσεις και διαδηλώσεις στο Σικάγο, το μεγαλύτερο τότε βιομηχανικό κέντρο των ΗΠΑ. Αίτημα η μείωση των ωρών εργασίας και σύνθημα «Οχτώ ώρες δουλειά, οχτώ ώρες ανάπαυση, οχτώ ώρες ύπνο».

Για την Εργατική Πρωτομαγιά, όλα ξεκίνησαν στις 5 Σεπτεμβρίου του 1882,ημέρα κατά την οποία οι Ιππότες της Εργασίας (Knights of Labor), το πιο σημαντικό συνδικάτο στα τέλη του 19ου αιώνα στις Ηνωμένες Πολιτείες, διοργάνωσε διαδήλωση υπέρ των δικαιωμάτων των εργαζομένων στη Νέα Υόρκη, με βασική διεκδίκηση τη θέσπιση του οκτάωρου.

Δυο χρόνια αργότερα, σε μια ανάλογη διαδήλωση, οι «Ιππότες» εξέδωσαν ψήφισμα βάσει του οποίου η διαδήλωση θα γινόταν σε ετήσια βάση. Άλλες συνδικαλιστικές οργανώσεις, οι οποίες ήταν πιο κοντά στο σοσιαλιστικό και αναρχικό κίνημα, πρότειναν ως ημερομηνία της διαδήλωσης την 1η Μαΐου.

Η Ιστορία θα μπορούσε να είχε γραφτεί διαφορετικά εάν τις πρώτες ημέρες του Μαΐου του 1886 δεν είχαν βαφτεί στο αίμα οι εργατικές διαδηλώσεις στο Σικάγο.

Στην απεργία λοιπόν του 1886 πήραν μέρος περίπου 600.000 εργάτες σε 1.200 εργοστάσια των ΗΠΑ. Την Πρωτομαγιά του 1886 έγινε στο Σικάγο η πιο μαχητική πορεία, με τη συμμετοχή 90.000 ανθρώπων. Στην κεφαλή της πορείας ήταν ο αναρχοσυνδικαλιστής Άλμπερτ Πάρσονς, η γυναίκα του Λούσι και τα επτά παιδιά τους.

Αυτήν την ημέρα του 1886, μια εργάσιμη μέρα, οι εργάτες ξεκίνησαν με τις γυναίκες και τα παιδιά τους για να διαδηλώσουν ειρηνικά στον χώρο της συγκέντρωσης, στην πλατεία Haymarket. Στη γύρω περιοχή είχαν παραταχθεί αστυνομικές δυνάμεις αποτελούμενες από 1350 άτομα, οπλισμένα με οπλοπολυβόλα και περίστροφα.

Το πρώτο αίμα χύθηκε δύο ημέρες αργότερα έξω από το εργοστάσιο ΜακΚόρμικ στο Σικάγο. Απεργοσπάστες προσπάθησαν να διασπάσουν τον απεργιακό κλοιό και ακολούθησε συμπλοκή. Η Αστυνομία και οι μπράβοι της επιχείρησης επενέβησαν δυναμικά. Σκότωσαν τέσσερις απεργούς και τραυμάτισαν πολλούς, προκαλώντας οργή στην εργατική τάξη της πόλης.

Την επομένη αποφασίστηκε συλλαλητήριο καταδίκης της αστυνομικής βίας στην Πλατεία Χεϊμάρκετ, με πρωτοστατούντες τους αναρχικούς. Η συγκέντρωση ήταν πολυπληθής και ειρηνική. Το κακό, όμως, δεν άργησε να γίνει. Ενώ το πλήθος παρακολουθούσε τις ομιλίες, ο επικεφαλής της αστυνομικής δύναμης διατάσσει να διαλυθεί η συγκέντρωση. Οι αστυνομικές δυνάμεις πήραν λοιπόν εντολή να διαλύσουν δια της βίας τη συγκέντρωση και τότε από το πλήθος των απωθούμενων διαδηλωτών ρίφθηκε μια χειροβομβίδα προς το μέρος τους, η οποία εξερράγη, σκοτώνοντας έναν αστυνομικό και τραυματίζοντας δεκάδες. Η αστυνομία άνοιξε πυρ κατά βούληση κατά των συγκεντρωμένων, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν τουλάχιστον τέσσερις διαδηλωτές και να τραυματιστεί απροσδιόριστος αριθμός, ενώ έξι αστυνομικοί έχασαν τη ζωή τους από πυρά (φίλια ή των διαδηλωτών παραμένει ανεξακρίβωτο), ανεβάζοντας τον αριθμό τους σε επτά.

Για τη βομβιστική επίθεση, που προκάλεσε τον θάνατο του αστυνομικού, κατηγορήθηκαν οι αναρχοσυνδικαλιστές Άουγκουστ Σπις, Γκέοργκ Έγκελ, Άντολφ Φίσερ, Λούις Λινγκ, Μίκαελ Σβαμπ, Σάμουελ Φίλντεν, Όσκαρ Νίμπι και Άλμπερτ Πάρσονς, που ήταν από τους οργανωτές της διαδήλωσης. Όλοι, εκτός του Πάρσονς και του Φίλντεν, ήταν Γερμανοί μετανάστες. Η δίκη των οκτώ ξεκίνησε στις 21 Ιουνίου 1886. Ο Εισαγγελέας Τζούλιους Γκρίνελ ζήτησε τη θανατική ποινή και για τους οκτώ κατηγορουμένους, χωρίς να προσκομίσει κανένα στοιχείο που να τους συνδέει με τη βομβιστική επίθεση. Απλώς, είπε ότι οι κατηγορούμενοι ενθάρρυναν με τους λόγους τους τον άγνωστο βομβιστή να πραγματοποιήσει την αποτρόπαια πράξη του, γι’ αυτό κρίνονται ένοχοι συνωμοσίας.

Από την πλευρά της, η υπεράσπιση έκανε λόγο για προβοκάτσια και συνέδεσε τη βομβιστική επίθεση με το διαβόητο πρακτορείο ντετέκτιβ «Πίνκερτον», που συχνά χρησιμοποιούσαν οι εργοδότες ως απεργοσπαστικό μηχανισμό. Οι ένορκοι εξέδωσαν την ετυμηγορία τους στις 20 Αυγούστου 1886 κι έκριναν ενόχους και τους οκτώ κατηγορούμενους. Οι Σπις, Έγκελ, Φίσερ, Λινγκ, Σβαμπ, Φίλντεν και Πάρσονς καταδικάστηκαν σε θάνατο, ενώ ο Νίμπι σε κάθειρξη 15 ετών. Μετά την εξάντληση και του τελευταίου ενδίκου μέσου, ο Κυβερνήτης της Πολιτείας του Ιλινόις, Ρίτσαρντ Όγκλεσμπι, μετέτρεψε σε ισόβια τις θανατικές ποινές των Σβαμπ και Φίλντεν, ενώ ο Λιγκ αυτοκτόνησε στο κελί του. Έτσι, στις 11 Νοεμβρίου 1887 οι Σπις, Πάρσονς, Φίσερ και Έγκελ οδηγήθηκαν στην αγχόνη, τραγουδώντας τη «Μασσαλιώτιδα». Η δίκη των οκτώ θεωρείται από διαπρεπείς Αμερικανούς νομικούς ως μία από τις σοβαρότερες υποθέσεις κακοδικίας στην ιστορία των ΗΠΑ.

Στις 26 Ιουνίου 1893 ο Κυβερνήτης του Ιλινόις, Τζον Πίτερ Άλτγκελντ παραδέχθηκε ότι και οι οκτώ καταδικασθέντες ήταν αθώοι και κατηγόρησε τις Αρχές του Σικάγου ότι άφησαν ανεξέλεγκτους τους ανθρώπους του «Πίνκερτον». Ως μια ύστατη πράξη δικαίωσης έδωσε χάρη στους φυλακισμένους Φίλντεν, Νίμπε και Σβαμπ. Αυτό ήταν και το πολιτικό του τέλος. Αργότερα, ο επικεφαλής της Αστυνομίας του Σικάγου, που έδωσε την εντολή για τη διάλυση της συγκέντρωσης, καταδικάσθηκε για διαφθορά. Μέχρι σήμερα παραμένει ανεξακρίβωτο ποιος ήταν ο δράστης της βομβιστικής επίθεσης.

Το γνωστό σκίτσο ενός αναρχικού που πετάει μία βόμβα εμφανίστηκε κατόπιν αυτού του συμβάντος. Η διεθνής προβολή αυτής της δίκης δημιούργησε τα θεμέλια της Εργατικής Πρωτομαγιάς ως Εργατικής Γιορτής.

Η Εργατική Πρωτομαγιά στην Ελλάδα

Στη χώρα μας, ο πρώτος εορτασμός της Εργατικής Πρωτομαγιάς έγινε το 1893, στην Αθήνα, με πρωτοβουλία του Κεντρικού Σοσιαλιστικού Συλλόγου του Σταύρου Καλλέργη. Η 1η Μαΐου ήταν Σάββατο και εργάσιμη. Έτσι, επελέγη η Κυριακή 2 Μαΐου, για να έχει η γιορτή μαζικό χαρακτήρα.

Σύμφωνα με την εφημερίδα «Σοσιαλιστής», που εξέδιδε ο Καλλέργης, στις 5 το απόγευμα της Κυριακής συγκεντρώθηκαν στο Στάδιο πάνω από 2.000 σοσιαλιστές και εργαζόμενοι. Η «Εφημερίς» τους υπολόγισε μόνο σε 200 και σημείωνε σε άρθρο της: «Οι πλείστοι εξ αυτών ήσαν εργάται, ευπρεπώς κατά το πλείστον ενδεδυμένοι, με ερυθράς κονκάρδας επί της κομβιοδόχης, και πολύ ήσυχοι άνθρωποι. Αυτοί είναι οι πρώτοι σοσιαλισταί εν Ελλάδι, και συνήλθον χθες εις το πρώτον αυτών εν Αθήναις συλλαλητήριον».

Οι συγκεντρωμένοι ενέκριναν ψήφισμα το οποίο είχε ως εξής:

«Συνελθόντες σήμερον την 2 Μαΐου, ημέραν Κυριακήν και ώραν 5 μ.μ. εν τω Αρχαίω Σταδίω, οι κάτωθι υπογεγραμμένοι μέλη του «Κεντρικού Σοσιαλιστικού Συλλόγου» και υπό μισθόν πάσχοντες εψηφίσαμεν:

Α) Την Κυριακήν να κλείωσι τα καταστήματα, καθ’ όλην την ημέραν, και οι πολίται ν’ αναπαύωνται.

Β) Οι εργάται να εργάζωνται 8 ώρας την ημέραν.

Γ) Ν’ απονέμηται σύνταξις εις τους εκ της εργασίας παθόντας και καταστάντας ανικάνους προς διατήρησιν εαυτών και της οικογενείας των.

Δ) Το συμβούλιον του «Κεντρικού Σοσιαλιστικού Συλλόγου» να επιδώση το ψήφισμα εις την Βουλήν.»

Το ψήφισμα επεδόθη, τελικά, στον Πρόεδρο της Βουλής την 1η Δεκεμβρίου 1893 από τον Σταύρο Καλλέργη. Ο πρωτοπόρος σοσιαλιστής ανήλθε στη συνέχεια στο δημοσιογραφικό θεωρείο και περίμενε με ανυπομονησία από τον Πρόεδρο της Βουλής να το εκφωνήσει. Αυτός κωλυσιεργούσε και «ησχολείτο εις την ανάγνωσιν ετέρων αναφορών προερχομένων εκ διαφόρων προσώπων και πραγματευομένων κατά το μάλλον και ήττον περί ανέμων και υδάτων»,όπως έγραψε στον «Σοσιαλιστή».

Ο Καλλέργης διαμαρτυρήθηκε μεγαλοφώνως και με εντολή του Προέδρου συνελήφθη για διατάραξη της συνεδρίασης. Οι στρατιώτες της φρουράς, αφού τον χτύπησαν με τα κοντάκια των όπλων τους, τον μετέφεραν στο Αστυνομικό Τμήμα, όπου παρέμεινε επί διήμερο. Στις 9 Δεκεμβρίου 1893 δικάστηκε και καταδικάστηκε σε φυλάκιση 10 ημερών, τις οποίες εξέτισε στις φυλακές του Παλαιού Στρατώνα. Με τον περιπετειώδη αυτό τρόπο έληξε και τυπικά ο πρώτος εορτασμός της Εργατικής Πρωτομαγιάς στην Ελλάδα.

Ο «Ματωμένος Μάης» του 1936 και η Δικτατορία Μεταξά

Καθώς πλησίαζε ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, οι κοινωνικές εντάσεις στην Ελλάδα κορυφώθηκαν. Σημείο αναφοράς αποτελεί η Πρωτομαγιά του 1936 στη Θεσσαλονίκη, γνωστή ως «Ματωμένος Μάης».

Εκείνη την περίοδο, η Ελλάδα βίωνε βαθειά οικονομική κρίση και κοινωνικές αναταραχές: η παγκόσμια ύφεση του 1929 είχε πλήξει τις εξαγωγές καπνού και σταφίδας, και η ανεργία στους καπνεργάτες είχε εκτοξευθεί. Από τις αρχές του 1936, οι καπνεργάτες ξεκίνησαν απεργιακές κινητοποιήσεις σε πολλές πόλεις (Καλαμάτα, Δράμα, Βόλος κ.α.), με κύριο επίκεντρο τη Θεσσαλονίκη, όπου υπήρχε ισχυρό εργατικό κέντρο.

Στις 29 Απριλίου 1936, περίπου 6.000 καπνεργάτες στη Θεσσαλονίκη κατέβηκαν σε απεργία ζητώντας αυξήσεις μισθών και επαναπρόσληψη ανέργων. Οι κινητοποιήσεις κλιμακώθηκαν και την Πρωτομαγιά (1η Μαΐου) του 1936 απεργίες και διαδηλώσεις ξέσπασαν σε όλη την πόλη, ενώ επεκτάθηκαν και στις γύρω περιοχές τις επόμενες μέρες.

Οι εργοδότες αντέδρασαν με λοκ-άουτ (κλείσιμο των επιχειρήσεων), και η ένταση μεγάλωνε. Τα γεγονότα κορυφώθηκαν στις 9 Μαΐου 1936, όταν χιλιάδες απεργοί συγκρούστηκαν με τη Χωροφυλακή στο κέντρο της Θεσσαλονίκης. Η αστυνομία άνοιξε πυρ για να διαλύσει τους διαδηλωτές. Δώδεκα εργάτες έπεσαν νεκροί από τα πυρά των αρχών και εκατοντάδες τραυματίστηκαν, ενώ έγιναν και μαζικές συλλήψεις.

Τα γεγονότα αυτά είχαν και πολιτικές συνέπειες: η κυβέρνηση εκείνων των ημερών υπό τον Ιωάννη Μεταξά, θορυβημένη από τις απεργίες, αρχικά υποσχέθηκε την ικανοποίηση ορισμένων αιτημάτων των εργατών (π.χ. αυξήσεις μισθών, καθιέρωση 8ώρου). Όμως, στην πραγματικότητα ο Μεταξάς εκμεταλλεύτηκε την κατάσταση για να ενισχύσει το κύρος του ως “προστάτης” της κοινωνικής ειρήνης, ενώ ταυτόχρονα προετοίμαζε τη δικτατορία του.

Καθιέρωση Εργατικής Πρωτομαγιάς στην Ελλάδα

Στις 4 Αυγούστου 1936, ο Μεταξάς εγκαθίδρυσε δικτατορικό καθεστώς (“Καθεστώς της 4ης Αυγούστου”). Κατά τη διάρκεια της Δικτατορίας Μεταξά (1936-1941), η Εργατική Πρωτομαγιά τέθηκε υπό τον έλεγχο του καθεστώτος. Ο Μεταξάς επιδίωξε να αποπολιτικοποιήσει και να μετασχηματίσει την Πρωτομαγιά σε μια εορτή του “Εθνικού Κράτους” του. Έτσι, ενώ κατέστειλε βίαια το ανεξάρτητο εργατικό κίνημα, παράλληλα καθιέρωσε επίσημα την 1η Μαΐου ως Αργία. Η Εργατική Πρωτομαγιά ως Εθνική Εργατική Εορτή καθιερώθηκε στην Ελλάδα από τον Ιωάννη Μεταξά, στις 7 Απριλίου 1937, με το ΦΕΚ A 135 – 09.04.1937 τεύχος Α΄!

Συγκεκριμένα, λίγους μήνες μετά την ανάληψη της εξουσίας, με αναγκαστικό νόμο στις 7 Απριλίου 1937 (ήδη από τις 2 Απριλίου ανακοινώθηκε) το καθεστώς όρισε την Πρωτομαγιά ως «Εορτή της Εργασίας» και ημέρα υποχρεωτικής αργίας. Για πρώτη φορά λοιπόν η Πρωτομαγιά έγινε επίσημη αργία στην Ελλάδα – ωστόσο, είχε πλέον αποστερηθεί του αγωνιστικού της περιεχομένου. Οι εκδηλώσεις περιορίστηκαν σε ελεγχόμενες φιέστες του καθεστώτος, με λόγους περί “εθνικής ενότητας εργοδοτών-εργατών” από τον ίδιο τον Μεταξά. Ουσιαστικά, η δικτατορία προσπάθησε να οικειοποιηθεί τη μέρα, παρουσιάζοντας τον εαυτό της ως προστάτη των εργατών (είναι η εποχή που ιδρύεται το ΙΚΑ και θεσμοθετείται το 8ωρο από το καθεστώς). Φυσικά, κάθε ανεξάρτητη συνδικαλιστική δράση και απεργιακή κινητοποίηση ήταν απαγορευμένη – η “γιορτή” τελούσε υπό αστυνομική επίβλεψη.

Οκτώ χρόνια αργότερα, η Πρωτομαγιά θα συνδεόταν με ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα της ναζιστικής θηριωδίας. Στις 27 Απριλίου του 1944 αντάρτες της ΕΛΑΣ θα στήσουν ενέδρα στον δρόμο Μολάων – Σπάρτης, στη Λακωνία, και θα σκοτώσουν τον Γερμανό στρατιωτικό Διοικητή της Πελοποννήσου, Στρατηγό Φραντς Κρεχ, και τρεις άνδρες της συνοδείας του. Σε αντίποινα, οι ναζί αποφάσισαν «την εκτέλεση 200 κομουνιστών, καθώς και την εκτέλεση όλων των ανδρών που θα συλλαμβάνονται μεταξύ Μολάων και Σπάρτης».

Παρά τις προσπάθειες των ανταρτών, αλλά και του Αρχιεπίσκοπου Δαμασκηνού, οι 200 θα εκτελεστούν στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής την 1η Μαΐου του 1944, καθώς οι κατοχικές δυνάμεις πήραν 200 κρατούμενους από το Στρατόπεδο Χαϊδαρίου, τους οδήγησαν στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής και τους πολυβολούσαν κατά ομάδες 20 κρατουμένων από τις 10:00 το πρωί μέχρι τις 14:00 το μεσημέρι, ενώ οι εκτελεσθέντες στη Λακωνία ξεπέρασαν τους εκατό.

Από όσους λαούς κατακτήθηκαν, μόνο στην Ελλάδα έλαβαν χώρα απεργίες κατά την Κατοχή, ενώ η Πρωτομαγιά του 1944 έχει μείνει στην ιστορία ως «μαύρη ημέρα».

Στα ταραγμένα μεταπολεμικά χρόνια η πρώτη ανοικτή συγκέντρωση θα πραγματοποιηθεί στο Παναθηναϊκό Στάδιο. Στη μετεμφυλιακή Ελλάδα οι πρωτομαγιάτικες εκδηλώσεις πραγματοποιούνται κυρίως σε κλειστούς χώρους λόγω των περιορισμών που επιβάλλονται στις δημόσιες συναθροίσεις.

Την Πρωτομαγιά του 1967 δεν πραγματοποιείται καμία εκδήλωση καθώς λίγες ημέρες νωρίτερα, στις 21 Απριλίου, έχει επιβληθεί η χούντα των συνταγματαρχών. Από το επόμενο έτος, το δικτατορικό καθεστώς καθιερώνει την Πρωτομαγιά ως αργία.

Η πρώτη πρωτομαγιάτικη συγκέντρωση της Μεταπολίτευσης, το 1975, πραγματοποιείται στην πλατεία Κοτζιά και χαρακτηρίζεται από μαζικότητα. Από τον επόμενο χρόνο η συγκέντρωση της Πρωτομαγιάς θα φιλοξενείται στο Πεδίο του Άρεως μπροστά από το κτίριο της ΓΣΕΕ

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *